Η ζάλη της σημερινής νύχτας σε έχει κιόλας μεθύσει..
ένα γιατί τριγυρνάει μέσα στο μυαλό σου και αναστατώνει την κάθε σου σκέψη.. γίνετε η σπίθα που θα αναζωπυρώσει όλα σου τα θέλω.. η σπίθα που θα θρέψει το δικό σου φως στο σκοτάδι που δημιούργησαν οι άλλοι για εσένα ... είναι η αρχή της δίκης σου αναγέννησης!! .. η αρχή του δικού σου πόνου λίγο πριν το τέλος.. Αλλά να θυμάσαι στο τέλος θα είμαι διπλά σου .. θα γίνω η αφορμή για μια νέα αφετηρία .. σταματά να είσαι λυπημένος και καρφωμένος πάνω από το ποτήρι σου .. Σήκω.. βγες έξω .. φώναξε , ζήσε , γέλασε και κλάψε... αγάπησε μα ποτέ σου μην μισήσεις .... και ονόμασε το τέλος ,αφετηρία του αύριο !!

Τρίτη 10 Ιανουαρίου 2012

Αφετηρία ένα τέλος!


«Άσπρο ή μαύρο…; Φώς ή σκοτάδι…; Τι κυριαρχεί μέσα μου… τόσος δρόμος γιατί..; Ταξιδευτής ή κουρσάρος της δικής μου ψυχής…; Κάποτε ήμουν και τα δύο αλλά τώρα πια τι είμαι; Ψάχνω.. ψάχνω να βρω τη χαμένη μου ταυτότητα… αφετηρία ένα τέλος… μετά το τέλος μία αρχή… και τώρα λίγο πριν το τέλος ένα κενό… ένα σκοτάδι… και μέσα μου δύο φωνές… η μία να φωνάζει πως βρήκα θησαυρούς και η άλλη πως όλα ήταν στάχτες… αποκαΐδια περασμένων εποχών …. Ήταν σύμπτωση αυτό το ταξίδι;    Μοναδική αποσκευή μια αγάπη μία δίψα, μία πίστη, κάτι σαν φλόγα που σιγοκαίε και φούντωσε με μιας σαν την βροχή που δυναμώνει… και δεν λέει να σταματήσει! Κύλησα σαν σταγόνα που πέφτει σε τζάμι, θολωμένο από τις ανάσες των εποχών, ανάσες ζωής! Βυθισμένος για νύχτες σε βιβλία και λέξεις έψαχνα να βρω το φώς, το δικό μου φως! Αυτό που πηγάζει στις ξεχασμένες σελίδες των βιβλίων… αυτό που αναβλύζει από το χαμόγελό της … το χαμόγελό που πάγωσε στα χείλη της »
   Στέκεται όρθιος, πίνει μια γουλιά κόκκινο κρασί… το φώς σχεδόν ανύπαρκτο στο δωμάτιο, έχει χτίσει τη δική του φυλακή, τη φυλακή της ψυχής του! Παρατηρεί τη καταρρακτώδες βροχή που μόλις άρχισε. Η αναταραχή της φύσης έρχεται σε πλήρη αρμονία με την αναταραχή της δικής του  αφετηρίας… πέρασαν πέντε χρόνια από εκείνο το βράδυ που έγινε η μεγάλη τομή στη ζωή του! Οι εικόνες όμως που βομβαρδίζουν το μυαλό του είναι τόσο ζωντανές και σ’ αυτόν τόσο κοντινές! Τα πράσινα  μάτια του προσπαθούν να συγκρατήσουν τα δάκρυα, το κόκκινο πουκάμισο διαγράφει το καλοσχηματισμένο κορμί του και σκεπάζει  το τζίν παντελόνι του! Στα πόδια του φοράει τα παπούτσια που είναι  σήμα κατατεθέν της ταραγμένης εφηβείας του και στο πρόσωπο του τα γένια του μαρτυρούν την ωριμότητα της τωρινής του ηλικίας. Τα ατημέλητα καστανά μαλλιά του αγκαλιάζουν το καλοσχηματισμένο πρόσωπο του και τα χείλη του ανέκφραστα μετά το τέλος.
    Πίσω του ένα γραφείο γεμάτο βιβλία , σημειώσεις, αλήθειες μπερδεμένες στις λέξεις… γρίφοι που βρήκαν τις λύσεις τους και μια φωτογραφία από το τελευταίο τους κοινό ταξίδι… η μοναδική απόδειξη της ευτυχίας που ανήκει στο χθες και ορίζει το σήμερα! Στο τοίχο ένας πίνακας με δύο φτερωτές μετωπικές  μορφές που στα χέρια τους κρατούν σύμβολα Ειρήνης , ευτυχίας και φωτός, ακριβώς πιο κάτω μια ονειροπαγίδα για να κρατά ζωντανά τα όνειρα της νύχτας , όνειρα που έλαμψαν μέσα στο σκοτάδι του! Η μόνη ζωντανή φιγούρα η δική του… και στην απόλυτη ησυχία ακούγεται σχεδόν καθαρά ο ψίθυρος της σκέψης του!
  «Θυμάμαι εκείνο το πρωινό που σταμάτησε η ζωή μου… άνοιξα μία πόρτα, κρατούσα έναν ταξιδιωτικό οδηγό… ένιωθα την απόλυτη ευτυχία και αντίκρισα το μεγαλύτερο φόβο μου, εκείνη χωρίς πνοή, εκείνη χωρίς ζωή… όλα τα άλλα θολές εικόνες και από τότε η απόλυτη μοναξιά… και η ανάγκη να μάθω τα πάντα… να σε ζωντανέψω από τα βιβλία μας, γιατί κάθε τους λέξη ένα μονοπάτι για να έρθω κοντά σου. Χαμένος σε σελίδες βιβλίων, τα βιβλία να’ ναι ταυτόχρονα φυλακή και διέξοδος, να υπάρχεις παντού μα ποτέ να μην σε βλέπω… να σε κρατάω ζωντανή, άλλα να έχεις φύγει!
Συνοδοιπόρος σε τούτο το ταξίδι μου ένα γιατί… πέντε γράμματα να καίνε τη ψυχή μου, εγώ σαν μανιασμένος να ψάχνω την απάντηση… Τη μίσησα τούτη τη λέξη, τη σιχάθηκα όπως σιχάθηκα και τον κόσμο τους, το ψεύτικο κόσμο τους! Ήθελες τόσο πολύ να κατακτήσεις τη γνώση , ρουφούσες τις σελίδες των βιβλίων και διάβαζες πάντα μέχρι το ξημέρωμα, όταν έβγαινε ο ήλιος έπαιρνες μία βαθιά ανάσα και χαμογελούσες, έπειτα μου έλεγες με ενθουσιασμό τις νέες σου ανακαλύψεις, γίναμε μαζί εξερευνητές, ταξιδέψαμε ως την άκρη της γης… Εκεί ανάμεσα στις σκόνες των πολισμών που πέρασαν βρήκαμε την αλήθεια, το φως που ζητούσες και έμαθες και εμένα να ζητάω… με κέρασες τη δίψα σου και σαν μία ψυχή που μοιράζεσαι σε δύο σώματα ενώσαμε τα κομμάτια, φτιάξαμε την αληθινή εικόνα τούτου του κόσμου και ανέτειλε ο δικός μας ήλιος! Ζέστανε τις υπάρξεις μας και έπειτα η ψυχή έμεινε μισή… και το σώμα μονάχα ένα πια, να παλεύει και για τους δύο! Βαρέθηκα τα μισά… θέλω να νιώσω ξανά ολόκληρος!
  Την απόλυτη σιγή σου έσπασε ένα γράμμα … αυτό που με τόση προσοχή έκρυψες στο αγαπημένο μας βιβλίο:
«Έπρεπε να φύγω εγώ… είμαι αδύναμη… δεν γινόταν να ζήσω χωρίς εσένα… του είπα πως δεν γνώριζες τίποτα… με πίστεψαν! Δεν ξέρω τον τρόπο… ξέρω μονάχα πως η αγάπη μου για εσένα ήταν αφετηρία και το τέρμα μου και είμαι τόσο περήφανη γι αυτό… βρήκα το φώς μαζί σου… ο ήλιος θα λάμπει για πάντα… να προσέχεις… να θυμάσαι… να ελπίζεις… να αναζητάς το διαφορετικό… να ‘σαι γενναίος να ζήσεις! » Το διάβασα αμέτρητές φορές… κοίταξα προσεχτικά πίσω από τις λέξεις… ναι τώρα ξεχωρίζω ποία φωνή λέει την αλήθεια! Βρήκα θησαυρούς… χάνοντας τον θησαυρό μου!
Έγινα κουρσάρος με όσους μ’ αγαπούσαν, τους έδιωξα μακριά, βυθίστηκα στο σκοτάδι.. έδυσα τον ήλιο μας , μα δεν τον έσβησα! Ήθελα απλά να τον κρατήσω μακριά από τα αδιάκριτα μάτια τους! Ρούφηξα όλα τα βιβλία, λέξη προς λέξη, συλλαβή προς συλλαβή, τα έγραψα όλα… έγινα σκιά μα τα κατάφερα… το νιώθω πως φτάνω στο τέλος του ταξιδίου μου… σ’ αυτό το ταξίδι που σε είχα ορατό και αόρατο συνοδοιπόρο… νιώθω πως γκρέμισα τον κόσμο τους όπως κ’ εκείνοι τον δικό μου… μα όχι εγώ δεν θα τους κλείσω σε καμία φυλακή… εγώ θα τους προσφέρω απλόχερα την κριμένη αλήθεια που βρήκα!
Και τώρα που τα συναισθήματα μου έχουν μορφή βλέπω την ευτυχία μου να αργοπεθαίνει πληγωμένη, ταλαιπωρημένη, γεμάτη μώλωπες και σημάδια, ίχνη αίματος καλύπτουν το κορμί της , ρακένδυτη σπαράζει στη γωνία του δωματίου… μα δίπλα της μία άλλη μορφή με μάτια αμυγδαλωτά, μάτια γεμάτα φως, μαλλιά μακριά και ένα πλατύ χαμόγελο με κοιτάζει κατάματα, ζεσταίνει τη καρδία μου, ξυπνάει τα θέλω μου, κρύβει τα πρέπει και με προκαλεί να φωνάξω δυνατά το γιατί! Αυτή η μορφή είναι η ελπίδα, η ελπίδα του δικού μου γιατί, της δικής μου αναζήτησης, ο λόγος που υπάρχω ακόμα!
Το φώς διαλύει το σκοτάδι… η βροχή έχει σταματήσει… τα γιατί μου έχουν απαντηθεί ήρθε η ώρα να το μάθετε όλοι σας! »
    Ανοίγει τη πόρτα, αφήνει το φώς να γεμίσει το κρύο δωμάτιο της φυλακής του! Τρέχει βιαστικά φτάνει στην κορφή εκείνη που καθόταν μαζί της, κοιτάζει τη γραμμή εκείνη που ενώνει τον ουρανό με την θάλασσα, γεμίζει τα πνευμόνια του με καθαρό αέρα!
«Σε σκότωσαν γιατί διψούσες για γνώση!
 Πέθανες γιατί με αγαπούσες!
Συνέχισα το ταξίδι της γνώσης γιατί ήταν ο μόνος τρόπος να έρθω κοντά σου!
Τώρα που ήρθα σ’ έχασα πάλι μα βλέπω τον ήλιο μας να ανατέλλει για ακόμα μια φορά…. »
 Την ίδια μέρα οι αλήθειες που βρήκε μαθεύτηκαν σ’ ολόκληρη την ανθρωπότητα… κάποιοι έκλεισαν τα αυτιά τους στην αλήθεια… κάποιοι γέλασαν … κάποιοι άρχισαν το δικό τους ταξίδι για την αναζήτηση… και εκείνος συνέχισε να ζει ξέροντας πως κάποτε έγινε η πέτρα που τάραξε τα νερά τους!!          

5 σχόλια:

  1. ένα κείμενο που γέμισε δάκρυα τα μάτια μου...και όσες φορές και να το διαβάσω το ίδιο θα γίνει...να'σαι πάντα η πέτρα που θα ταράζει τα ήσυχα νερά τους...!

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. σε ευχαριστώ πολύ νίνα μου... αλλα αυτό το κείμενο το χρωστάω σε εσένα!!

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  3. den nomizw n t xrwstas s kanenan allo pera tou eautou s... :) einai diko s dimiourghma...! :) kalimeres!

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  4. Όμορφη και δυνατή η πένα σου.. με ταξίδεψε εκεί που πάντα ήθελα να πάω..

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  5. Η όμορφια και η δυναμη δεν είναι στην πένα μας ... αλλά στην μουσική που πηγάζει απο την ψυχή μας και σκαλίζει με της νότες της το δικό μας μαρμαρό... σε ευχαριστώ πάντως για τα καλά σου λόγια !!!!

    ΑπάντησηΔιαγραφή